Η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Σ.Μ.Π.Ε.) του έργου «Σχέδιο Διαχείρισης των Λεκανών απορροής ποταμών του Υδατικού Διαμερίσματος Ηπείρου», που είναι το θέμα της σημερινής συζήτησης, βρίσκεται σε πλήρη εναρμόνιση με την κοινοτική οδηγία - πλαίσιο, 2000/60/ΕΚ του 2000, για τα νερά με την οποία εναρμονίστηκε η ελληνική νομοθεσία ήδη από το 2003, με το Ν. 3199/2003,.
Τα παραπάνω νομοθετήματα ενσωματώνουν και εφαρμόζουν απόλυτα τις στρατηγικές επιλογές της άρχουσας τάξης και της ΕΕ που υπηρετούν όλες οι αστικές κυβερνήσεις, όπως και η σημερινή τρικομματική συγκυβέρνηση, αλλά και το πολιτικό τους προσωπικό στην Τοπική Διοίκηση όπως π.χ. στην Περιφέρεια Ηπείρου. Πρόκειται για τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, όπου το νερό, η ηλεκτρική ενέργεια, τα τρόφιμα, η γη, οι δασικές εκτάσεις αποτελούν εμπορεύματα.
Στο επίκεντρο της αστικής πολιτικής στο θέμα που εξετάζουμε βρίσκονται οι οδηγίες και κατευθύνσεις της ΕΕ για το νερό, για την «απελευθέρωση» του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, για την Κοινή Αγροτική Πολιτική.
Κατ΄ αυτό τον τρόπο τίθεται σε προτεραιότητα η εξοικονόμηση της ζήτησης νερού
σε αντιπαράθεση με τη μεγιστοποίηση της προσφοράς σε κάθε υδατικό διαμέρισμα. Το ίδιο γίνεται και για το Υδατικό Διαμέρισμα Ηπείρου.
Έτσι, η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Σ.Μ.Π.Ε.), δεν εστιάζει ούτε στα τεχνικά έργα και στις πολιτικές εμπλουτισμού των υπόγειων και επίγειων υδροφορέων ούτε στην αναγκαιότητα προστασίας των δασών που συμβάλλουν καθοριστικά στον εμπλουτισμό των υδροφορέων. Αντιπαραθέτει τεχνητά την προτεραιότητα της χρήσης του νερού για ύδρευση με τις χρήσεις του νερού σε κλάδους της παραγωγής, όπως των τροφίμων και της ενέργειας, δηλαδή κλάδους εξίσου απαραίτητους για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών. Σ' αυτό το πλαίσιο εισάγει τη λεγόμενη αειφόρο διαχείριση των υδατικών πόρων, την ανάκτηση του κόστους για τις υπηρεσίες νερού, την προστασία των υδάτινων οικοσυστημάτων και των εξαρτώμενων χερσαίων.
Φαινομενικά πρόκειται για μια αδιέξοδη διαχειριστική λογική που οδηγεί στην προστασία των σημερινών διαθέσιμων υδάτινων πόρων, οι οποίοι θα φθίνουν, ενώ συνεχώς διευρύνονται οι κοινωνικές ανάγκες και δε διασφαλίζεται η αύξηση της προσφοράς νερού στο μέλλον.
Στην πραγματικότητα, με το μανδύα της προστασίας του υδατικού περιβάλλοντος και της καλής κατάστασης των υδατικών σωμάτων, μεθοδεύεται η αύξηση της τιμολόγησης του νερού, ιδιαίτερα στον αγροτικό τομέα.
Η επίκληση της προστασίας του περιβάλλοντος είναι υποκριτική, αφού υπάρχουν τεχνολογίες και τεχνικές λύσεις που επιτρέπουν την εξοικονόμηση της κατανάλωσης νερού χωρίς αλλαγή της τιμολογιακής πολιτικής και επιβάρυνσης των λαϊκών στρωμάτων.
Ενδεικτικά αναφέρουμε την τεχνική δυνατότητα ανακύκλωσης του χρησιμοποιημένου νερού με διαχωρισμό των χρήσεών του, τα συστήματα ελαχιστοποίησης της κατανάλωσης νερού για οικιακή χρήση, τα συστήματα περισυλλογής βρόχινου νερού, την αλλαγή μεθόδων άρδευσης, την επιδιόρθωση και συντήρηση του δικτύου διανομής, τα δασονομικά και τα φυτοτεχνικά έργα, τις δασώσεις και τις αναδασώσεις.
Όμως η αύξηση της τιμής του νερού συμβαδίζει με τα σχέδια των μονοπωλίων σ' ολόκληρη την ΕΕ για την ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης που δεν αφορά μόνο τις μεγάλες εταιρείες αλλά και τις μικρότερες (ΔΕΥΑ). Ιδιωτικοποίηση που θα οδηγήσει σε νέες δραματικές αυξήσεις των τιμολογίων λαϊκής κατανάλωσης, επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων στον κλάδο και αξιοποίηση του υδατικού δυναμικού με γνώμονα την κερδοφορία των συγκεκριμένων μονοπωλιακών ομίλων.
Αυτές οι ιδιωτικοποιήσεις βρίσκονται στις προτεραιότητες της σημερινής συγκυβέρνησης και εξειδικεύονται στο πλαίσιο του μνημονίου και της δανειακής σύμβασης.
Η εφαρμογή της κοινοτικής οδηγίας 2000/60 αποτελεί επίσης το όχημα για την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ 2014-2020, η οποία έχει στόχο τη συγκέντρωση κεφαλαίου και γης στον αγροτικό τομέα. Συμβαδίζει με τις συμφωνίες του ΠΟΕ για αύξηση των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων προς τις κοινοτικές χώρες σε αντάλλαγμα της απρόσκοπτης εξαγωγής κοινοτικών βιομηχανικών εμπορευμάτων.
Στην ίδια κατεύθυνση δημιουργίας νέων πεδίων κερδοφορίας για τους μονοπωλιακούς ομίλους κινούνται οι προτάσεις ίδρυσης και οργάνωσης πρότυπων οικολογικών αγροκτημάτων και η εφαρμογή των Κωδίκων Ορθής Γεωργικής Πρακτικής σε βάρος των φτωχών αγροτών.
Η παράταξή μας καταψηφίζει την προτεινόμενη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων γιατί αποτελεί ένα ακόμα αντιλαϊκό μέτρο το οποίο οδηγεί σε περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις στη διαχείριση και εκμετάλλευση του νερού, υδρόμετρα στους αγρότες, αλλά και νέες αυξήσεις και χαράτσια στην τιμή του νερού ύδρευσης και στα τέλη αποχέτευσης, με πρόσχημα τη λειψυδρία και τις κλιματικές αλλαγές,
Από την εφαρμογή της θα πληγούν ιδιαίτερα οι μικρομεσαίοι αγρότες, οι οποίοι θα υποχρεωθούν να πληρώνουν, όχι με το στρέμμα, αλλά με ογκοχρέωση της πραγματικής κατανάλωσης. Δηλαδή, θα υποχρεωθούν να βάλουν υδρόμετρα στα χωράφια.
Στο στόχαστρο θα μπουν και οι οργανισμοί ύδρευσης και αποχέτευσης εκατοντάδων πόλεων της χώρας, οι οποίες θα πρέπει να αλλάξουν τον τρόπο τιμολόγησης, ώστε να καλύπτεται όχι μόνο το οικονομικό κόστος, αλλά και το λεγόμενο «περιβαλλοντικό» κόστος ανάκτησης. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να αυξηθούν τα τιμολόγια τουλάχιστον κατά 50%.
Οι εργαζόμενοι, εργάτες, φτωχοί αγρότες, αυτοαπασχολούμενοι της Ηπείρου δεν μπορούν να περιμένουν καμιά θετική εξέλιξη από μια στημένη διαβούλευση πάνω σε σχέδια διαχείρισης τα οποία βασίζονται και προωθούν εξορισμού την αντιλαϊκή πολιτική της ΕΕ και της αστικής τάξης, δηλαδή την πολιτική που οδήγησε στη σημερινή κατάσταση.
Μέσα στο σημερινό πλαίσιο του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και των δεσμεύσεων της ΕΕ, τα έργα εκτροπής δεν πρόκειται να διασφαλίζουν μια φιλολαϊκή διαχείριση του νερού, ούτε την ουσιαστική ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Όσο προχωρά η πολιτική της ιδιωτικοποίησης του νερού και η «απελευθέρωση» της ενέργειας, όσο προχωρά η εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, όσο κλιμακώνεται η αναδιάρθρωση που κλείνει σύγχρονες μονάδες όπως της Βιομηχανίας Ζάχαρης, όσο εντείνεται η επίθεση στο λαϊκό εισόδημα, κανένα μεγάλο τεχνικό έργο δεν πρόκειται να αντιστρέψει την επιδείνωση της κατάστασης του λαού. Ακόμα και αν υλοποιηθεί, θα το χρυσοπληρώσει ο λαός και θα ωφεληθούν ελάχιστα από το αποτέλεσμά του οι φτωχοί και μεσαίοι αγρότες.
Η διαχείριση του νερού προς όφελος του λαού προϋποθέτει ένα ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, με κοινωνικοποιημένα τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας και εργατικό έλεγχο. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο ο Ενιαίος Κρατικός Φορέας Διαχείρισης του νερού θα μπορεί να κατοχυρώνει το νερό ως κοινωνικό αγαθό και όχι ως εμπόρευμα.
Θα μπορεί να διασφαλίζει τη συνδυασμένη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, αφού θα έχει ξεριζωθεί ο ανταγωνισμός των χρήσεων και της αξιοποίησης του νερού με γνώμονα το καπιταλιστικό κέρδος και θα αξιοποιηθεί το τεράστιο πλεονέκτημα του κεντρικού σχεδιασμού της κοινωνικοποιημένης παραγωγής.
Ο Ενιαίος Κρατικός Φορέας θα υλοποιεί ολοκληρωμένη πολιτική διαχείρισης του νερού με γνώμονα τη λαϊκή ευημερία, η οποία θα αξιοποιεί και τα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας.
Σε συνεργασία με άλλους αρμόδιους κρατικούς φορείς θα διασφαλίσει:
- Την κατασκευή υποδομών εμπλουτισμού των επίγειων και υπόγειων υδροφορέων, καθώς και την ενεργοποίηση τεχνικών εξοικονόμησης του διαθέσιμου νερού.
- Την αύξηση των αρδευόμενων εκτάσεων για τη στήριξη της εγχώριας αγροτικής και βιομηχανικής παραγωγής (στα τρόφιμα, στην κλωστοϋφαντουργία κλπ) και των αναγκαίων αναδιαρθρώσεων (πχ αναβάθμιση της κτηνοτροφίας).
- Την ύδρευση με ελεγμένο, ποιοτικό, φθηνό νερό.
- Την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας, την ανάταξη των οικοσυστημάτων των ποταμών και των λιμνών.
- Τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας με αξιοποίηση του πλούσιου υδατικού δυναμικού της.
- Την προστασία των δασών και την ευεργετική υδρονομική επίδρασή τους, την αύξηση της φυτικής βλάστησης.
- Τη διαμόρφωση εθνικού σχεδίου ασφαλούς διαχείρισης των αποβλήτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου